Η ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ COVID-19 ΕΓΕΙΡΕΙ ΗΘΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
- Nikolaos Vaitsis
- Jun 22, 2020
- 3 min read

Καθώς οι περιπτώσεις Covid-19 αυξήθηκαν ραγδαία σε όλον τον κόσμο, απαιτήθηκε άμεση δράση για τον μετριασμό της κατάστασης. Αυτό περιελάμβανε τη χρήση της καραντίνας, δηλαδή το διαχωρισμό και τον περιορισμό της κίνησης των ανθρώπων που, αν και δεν είναι ακόμα άρρωστοι, έχουν τεθεί σε μολυσματικό παράγοντα. Σε αντίθεση με τα μέτρα κοινωνικής απόστασης, όπως η παραμονή στο σπίτι και το κλείσιμο των επιχειρήσεων, η καραντίνα είναι περισσότερο περιοριστική διότι τα «ύποπτα» άτομα είναι εντελώς περιορισμένα εκτός από περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.
Η καραντίνα, μπορεί να ελέγξει την εξάπλωση της νόσου, καθώς ο περιορισμός των μελών της οικογένειας των ασθενών με τη νόσο επιβλήθηκε για να μειώσει τη ζήτηση κλινών στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και τους θανάτους από την ασθένεια όταν, όμως, συνδυάζεται και με άλλες παρεμβάσεις. Παρόλα αυτά, η καραντίνα μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τα ατομικά δικαιώματα ειδικά όταν οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν κοινοτικές καραντίνες που περιορίζουν μεγάλο αριθμό εκτεθειμένων αλλά και υγιών ανθρώπων μαζί με εκείνους που είναι ασθενείς. Για να είναι δεοντολογικά δικαιολογημένη η καραντίνα πρέπει να πληρεί ορισμένες προϋποθέσεις όπως να είναι απαραίτητη και αποτελεσματική, να αποτελεί το λιγότερο παραβατικό μέτρο και να είναι ανάλογη του κινδύνου ασθένειας. Ωστόσο, ορισμένες ενέργειες καραντίνας ενδέχεται να παραβιάζουν τους Διεθνείς Κανονισμούς Υγείας.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει εκδώσει μια βασική καθοδήγηση που ορίζει απομόνωση ατόμων που είχαν στενή επαφή με έναν ασθενή με επιβεβαίωση εργαστηριακή, δύο μέρες πριν έως και 14 μέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, για 14 μέρες από την τελευταία τους επαφή με τον ασθενή. Σύμφωνα με τους Διεθνείς Κανονισμούς Υγείας επιτρέπεται στα κράτη να λαμβάνουν μέτρα πέρα των συστάσεων του Π.Ο.Υ αλλά πρέπει να υποβάλλουν αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν τις επιλογές τους. Ηθικά και νομικά, τα μέτρα καραντίνας σπάνια δικαιολογούνται στην περίπτωση του Covid-19 εκτός από τις περιπτώσεις κρατών που δεν έχουν την ικανότητα ή αποτυγχάνουν λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης να επιδιώξουν λιγότερο επεμβατικές στρατηγικές, όταν υπήρχε ακόμα η ευκαιρία να γίνει αυτό (μαζική κινητοποίηση των δοκιμών, ανίχνευση επαφών και απομόνωση).
Η επιστημονική και κοινωνική αξία της έρευνας βρίσκεται σε σύγκρουση με τον καταναγκαστικό χαρακτήρα της καραντίνας. Η ηθική της κλινικής έρευνας είναι καλά εδραιωμένη αλλά τα άτομα που βρίσκονται σε καραντίνα είναι ευάλωτα στους ερευνητές. Όπως και στους κρατούμενους, ο περιορισμός θα μπορούσε να επηρεάσει την ικανότητά τους να λάβουν μια εθελοντική απόφαση χωρίς καταναγκασμό, εάν θα συμμετέχουν ή όχι στην έρευνα. Τα άτομα που βρίσκονται σε καραντίνα είναι μια «ομάδα αιχμαλώτων συμμετεχόντων» και αν ανήκουν σε κακώς σχεδιασμένες ρυθμίσεις κοινότητας όπως το πλοίο Diamond Princess, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι.
Η έρευνα εντός της καραντίνας πρέπει να έχει μεγάλη κοινωνική και επιστημονική αξία. Η καραντίνα προσφέρει την ευκαιρία να καταγραφεί μια αυστηρή περιγραφή της λοίμωξης, της επώασης και της συμπτωματολογίας της νόσου από τις πρώτες στιγμές της καθώς και της σχέσης αυτής της πορείας με την εξάπλωση της νόσου σε μια κλειστή κοινότητα. Ωστόσο, οι άνθρωποι σε καραντίνα μπορεί να είναι θύματα αδικίας. Περιορίζονται με τρόπο που συχνά αποτυγχάνει να επιτύχει έναν ουσιαστικό στόχο δημόσιας υγείας. Στο πλαίσιο της πανδημίας Covid-19 ενδέχεται να περιοριστούν οι άνθρωποι επειδή η έλλειψη πολιτικής βούλησης για την επιθετική και προληπτική αντιμετώπιση της πανδημίας άφησε λίγες επιλογές.
Η ρητή, λοιπόν, αναγνώριση, αυτών των λαθών, πρέπει να αποτελεί μέρος της ηθικής έρευνας. Αυτό, βέβαια, δεν εξαλείφει τις βλάβες της καραντίνας αλλά παρέχει μια βάση για να θυμόμαστε τη σκοτεινή προέλευση των πολύτιμων επιστημονικών πληροφοριών. Το Covid-19 θα το θυμόμαστε ως μέρος της ιστορίας της παγκόσμιας δημόσιας υγείας. Πρέπει, λοιπόν, να αναγνωρίσουμε το ρόλο που διαδραματίζουν οι καθημερινοί άνθρωποι στη επίλυση αυτής της έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία.
(Πηγή: BMJ, 05/2020)
Comments